'Ενα «θεατρικό» μουσικό έργο, φουλ από Κραουνακική ενέργεια όπου όντως νιώθεις την αψάδα της φλόγας δίπλα στο πρόσωπο σου.
Κρατάει χρόνια αυτή η παρέα. Και μόνο που βλέπεις τα πρόσωπά τους σε διάφορους συνδυασμούς πάνω στη σκηνή, ευρύτερους ή πιο ολιγομελείς, ανάλογα την περίσταση νιώθεις την Κραουνακική αύρα να φουντώνει τη...φλόγα - ακόμα κι αν η θερμοκρασία είναι κοντά στο μηδέν.
Η παράσταση που ανέβασε πέρυσι στο Θέατρο Τέχνης, θέλοντας να επικεντρωθεί στην διάλεξη που έδωσε το 1933 ο Λόρκα με θέμα «Παιχνίδι και Θεωρία του Ντουέντε», μελοποιώντας παράλληλα και δέκα ποιήματα του Ισπανού δραματουργού από το Libro de poemas σε μετάφραση Ανδρέα Αγγελάκη, άφησε πίσω της ένα «θεατρικό» μουσικό έργο, φουλ από Κραουνακική ενέργεια όπου όντως νιώθεις την αψάδα της φλόγας δίπλα στο πρόσωπο σου.
Με τον Βασίλη Ντρουμπογιάννη στο πιάνο και τον Γιώργο Ταμιωλάκη στο τσέλο, οι από κοινού (κατά κύριο λόγο) ερμηνείες του Κώστα Μπουγιώτη και του Χρήστου Γεροντίδη (σε ντουέτο, μικρές «συνομιλίες» ή προσωπικές ερμηνείες) άλλοτε διατρέχονται από την έξαψη και τον λυγμό του φλαμένκο, άλλοτε φέρνουν στο νου χορό αρχαίας τραγωδίας εν ώρα θρήνου και άλλοτε μοιάζουν με διονυσιακά ξεσπάσματα - που όμως λες και… χαμογελούν σε μια συμφορά που όπου να ναι φτάνει. Θεωρώ ότι σ' αυτήν ειδικά τη δουλειά, ο Κραουνάκης έδωσε προτεραιότητα στο ειδικό βάρος της φωνής του Μπουγιώτη αφήνοντας τον να βγάλει όλη του την έκταση, την ένταση και τον λυγμό, σαν να βλέπεις χοντρό κόκκινο μαρκαδόρο σε άσπρο τοίχο.
Lorca λέγεται ο ποιητής και duende το θέμα μας, άρα είναι φυσικό να μην υπάρχουν "ενδιάμεσες" αποχρώσεις. Και εδώ έχουμε τον κατεξοχήν μάστορα του θεατρικού τραγουδιού, όπου κάθε σκηνή βιώνεται με όλο της το "μεσογειακό" ταμπεραμέντο. Είτε γράφει ο ίδιος τους στίχους, είτε μέσα από το έργο άλλων-εν προκειμένω του Λόρκα – είναι ο συνθέτης που πάντα «κτίζει» παραστάσεις και ζει μέσα σ' αυτές. Ισως για αυτό είναι και τόσο πειστικός. Εδώ έχει... «βάψει» τα τραγούδια του με σκούρο κόκκινο του αίματος (τι άλλο θα πήγαινε;) και με έναν σχεδόν τελετουργικό τρόπο ανταλλάσσει χειραψία με μια λέξη που, ενώ δεν υπάρχει η ακριβής της μετάφραση στα ελληνικά (duende), όλοι ξέρουμε ότι ο ίδιος την εμπεριέχει.
Duende από έναν Κραουνάκη σε δημιουργική φόρμα και σε διαρκή αναζήτηση (και υπενθύμιση) μεγάλων δημιουργών, ποιητών, δραματουργών. By the way όλη η έκδοση (cd και βιβλίο εκδ. Απαρσις & Λυχνία ) αξίζει μια ματιά παραπάνω και για την γραφιστική της αρτιότητα (Πέτρος Παράσχης) και για το εξώφυλλο (Γιώργος Κολιός) και για τα κείμενα και γενικά για όλο το πακέτο "προϊόν". Να τα λέμε κι αυτά. Γιατί η υπόθεση «φυσικό προϊόν» στη δισκογραφία είναι πολύ δύσκολη υπόθεση πια. Οπότε, είναι κι αυτός ένας λόγος παραπάνω να μην προσπερνάτε..
Χάρη Ποντίδα